Σάββατο 27 Μαΐου 2017

ΚΥΑ προπομπός ιδιωτικοποίησης νερού.

     Στις 24/05/2017 δημοσιεύεται στο ΦΕΚ 1751/Β η ΚΥΑ 135275  με θέμα: Έγκριση γενικών κανόνων κοστολόγησης και τιμολόγησης υπηρεσιών ύδατος. Μέθοδος και διαδικασίες για την ανάκτηση κόστους των υπηρεσιών ύδατος στις διάφορες χρήσεις του.
            Όπως με σαφήνεια διατυπώνεται σκοπός της ΚΥΑ είναι να εισάγει ενιαίους κανόνες  και μεθοδολογία κοστολόγησης και τιμολόγησης της χρήσης του νερού ανά την επικράτεια, έτσι ώστε  το συνολικό κόστος των υπηρεσιών ύδατος να ανακτάται από τα προσδιοριζόμενα  (κάθε χρόνο επικαιροποιημένα)  τιμολόγια των παρόχων προς τον τελικό χρήστη.   
          Αν και στο 1ο άρθρο, αναφέρεται ως σκοπός του νέου ρυθμιστικού πλαισίου  το «να διασφαλίζεται ο συνταγματικά κατοχυρωμένος δημόσιος χαρακτήρας του νερού ως κοινωνικό αγαθό απολύτως απαραίτητο για τη διαβίωση του ανθρώπου», η μεθοδολογία και οι διαδικασίες που εισάγονται ακυρώνουν τα παραπάνω.
         Σύμφωνα με το νέο πλαίσιο ο  πολίτης  δε δικαιούται παροχή υπηρεσιών κοινής ωφέλειας από δημόσιους φορείς προκειμένου να έχει πρόσβαση στο δημόσιο , κοινωνικό αγαθό που λέγεται νερό. Αντί αυτού,  όχι μόνο πρέπει να πληρώνει μέχρι κεραίας το κόστος του όποιου παρόχου υπηρεσιών νερού, αλλά θα φορολογείται εκ νέου και συνεχώς, για τις σχετικές με το νερό υποδομές, με νέο «πράσινο» χαράτσι, που το ύψος του αποφασίζει η δημόσια διοίκηση  και επιβάλλεται και σαν πάγια χρέωση και σαν ποσοστό επί των κυβικών που καταναλώνει, το λεγόμενο περιβαλλοντικό τέλος.
      Ποιοί όμως είναι οι πάροχοι υπηρεσιών νερού; Στο άρθρο 3 πληροφορούμαστε ότι εκτός των δημόσιων και δημοτικών φορέων, των νομικών προσώπων ιδιωτικού δικαίου και των δημοτικών επιχειρήσεων ύδρευσης και αποχέτευσης, πάροχοι είναι και λοιποί φορείς που δεν κατονομάζονται. Το ίδιο στο άρθρο 8, όπου ορίζεται ότι πάροχοι υπηρεσιών ύδρευσης και αποχέτευσης,  εκτός των ΔΕΥΑ των Δήμων και των ίδιων των ΟΤΑ α βαθμού, είναι και λοιποί φορείς που παρέχουν νερό ύδρευσης στους τελικούς χρήστες. Το ίδιο στο άρθρο 10, όπου ορίζεται ότι πάροχοι για υπηρεσίες ύδατος για αγροτική χρήση εκτός των παραπάνω μπορεί να είναι λοιποί φορείς που παρέχουν νερό στον τελικό χρήστη. Στο άρθρο 16, παρ. 2, ξεκαθαρίζεται ότι στις περιπτώσεις ιδιωτικών συλλογικών δικτύων παροχής υπηρεσιών ύδατος, οι κανόνες κοστολόγησης και τιμολόγησης αντιμετωπίζονται με ανάλογο τρόπο όπως στις συμβάσεις παραχώρησης.
         Οι μεγαλύτεροι πάροχοι υπηρεσιών νερού ύδρευσης και αποχέτευσης στη χώρα, ΕΥΔΑΠ ΑΕ και ΕΥΑΘ ΑΕ που ρητά κατονομάζονται στα παραπάνω άρθρα, είναι πολυμετοχικές εταιρείες εισηγμένες στο χρηματιστήριο, το δε ποσοστό συμμετοχής του δημοσίου σ αυτές έχει περάσει στο υπερταμείο προκειμένου να πουληθεί σε επενδυτές, για να χρηματοδοτήσει το απύθμενο πηγάδι που λέγεται δήθεν χρέος.
           Συμπερασματικά όπως γίνεται φανερό από τον ορισμό των παρόχων υπηρεσιών νερού, καθόλου δεν διασφαλίζεται ο δημόσιος χαρακτήρας αυτών των υπηρεσιών. Όχι απλά ανοίγει πόρτα αλλά θεσμοθετείται η δυνατότητα πλέον, οποιοσδήποτε ιδιωτικός φορέας να παρέχει  υπηρεσίες  χρήσης νερού, με απλά λόγια  η ΚΥΑ προχωρά  τη σχεδιαζόμενη ιδιωτικοποίηση του νερού.
           Ο κάθε πάροχος είναι υπόχρεος να χρησιμοποιεί συγκεκριμένη μεθοδολογία για να προσδιορίσει το κόστος των υπηρεσιών νερού που περιλαμβάνει π.χ. το κόστος τόκων για δανειακά κεφάλαια ή την εύλογη ετήσια απόδοση των κεφαλαίων στην περίπτωση πολυμετοχικής εταιρείας.  Η τιμολόγηση του νερού από το φορέα υποχρεούται να ακολουθεί ένα βασικό κανόνα: την ανάκτηση του κόστους από τη χρέωση στον τελικό καταναλωτή.
            Με απλά λόγια: Ακόμα κι αν ο πάροχος είναι δημόσιος ή υπο δημόσιο έλεγχο φορέας θα χρησιμοποιεί υποχρεωτικά λογιστικό μοντέλο υπολογισμού του κόστους που μετατρέπει το νερό από κοινωνικό αγαθό σε εμπόρευμα και την υπηρεσία νερού από υπηρεσία κοινής ωφέλειας σε εμπορική επιχειρηματική δραστηριότητα.
         Με απλά λόγια: εμείς θα χρηματοδοτούμε τα επενδυτικά σχέδια του παρόχου προκειμένου να μπορεί να παρέχει υπηρεσίες νερού. Είναι η εφαρμογή των ίδιων χρηματοδοτικών μοντέλων που ισχύουν για τις εταιρείες που ανέλαβαν τους εθνικούς αυτοκινητόδρομους, όπου την υλοποίηση των έργων θα πληρώνουν οι πολίτες που θα τους χρησιμοποιούν (μέσω των χρεώσεων στους σταθμούς διοδίων).
            Όσον αφορά το κοινωνικό πρόσημο των νέων τιμολογίων, στις διατάξεις της ΚΥΑ αποσαφηνίζεται ότι η δυνατότητα εφαρμογής μειωμένου τιμολόγιου δεν μπορεί να γίνει σε βάρος της επιδιωκόμενης πλήρους ανάκτησης κόστους.Τό μειωμένο τιμολόγιο που μπορεί να ισχύει π.χ. για τον άπορο (ποιό θεωρείται άραγε το όριο φτώχιας όταν για εισόδημα  5.686 ευρώ ο πολίτης πληρώνει φόρο;)  ή την πυροσβεστική, θα ισχύει με τους εξής απαράβατους όρους: πρώτον “δεν πρέπει να ανατρέπεται η λειτουργία της τιμής ως μέσου αποτροπής της σπατάλης νερού και δεύτερον ”πιθανά κενά που θα προκύψουν λόγω της εφαρμογής ειδικών τιμολογίων, θα καλύπτονται από τους υπόλοιπους χρήστες ύδατος του παρόχου”. Τόσο κοινωνική πολιτική πια, δεν αντέχεται.
             Η θέσπιση “οροφής” σε σχέση με το ύψος των αυξήσεων στην ΚΥΑ, δεν σημαίνει τίποτα καλό, αφ ενός γιατί αλλάζει ανά πάσσα στιγμή με μία απλή τροποποίηση, αφ ετέρου γιατί φυσικά,  για τη μετάβαση στο νέο πλαίσιο απαιτείται προσαρμογή προκειμένου να χρυσωθεί το χάπι και να καθησυχαστούν οι αντιδράσεις. Αυτό δεν ανατρέπει την ουσία της ΚΥΑ.
           Τέλος, θα αναφέρω δύο παραδείγματα για να γίνει κατανοητό τι σημαίνει η εφαρμογή του   περιβαλλοντικού τέλους για τους  χρήστες.
         Στην περίπτωση της  ύδρευσης στα νησιά του Νότιου Αιγαίου, Κυκλάδες και Δωδεκάνησα, οι πάροχοι χρησιμοποιούν την τεχνολογία των αφαλατώσεων θαλασσινού νερού ως βέλτιστη λύση για την ικανοποίηση των αυξημένων (λόγω και της τουριστικής ανάπτυξης) αναγκών σε νερό στα νησιά, όπου κατά κανόνα το ισοζύγιο των υδατικών πόρων- αναγκών σε νερό, είναι ελλειματικό λόγω της λειψυδρίας που  υφίσταται. Το έτσι κι αλλιώς υψηλό κόστος παραγωγής νερού με αυτή την τεχνολογία, θα επιβαρυνθεί ακόμα περισσότερο με την προσθήκη του περιβαλλοντικού κόστους που τελικά θα κληθούν να πληρώνουν οι νησιώτεςπου χρησιμοποιούν θαλασσινό νερό. Να σημειώσουμε ότι μέχρι τώρα, η λειτουργία των αφαλατώσεων επιδοτείται,  γιατί αλλιώς ο καταναλωτής νησιώτης θα επιβαρυνόταν υπέρογκα από τις υψηλές χρεώσεις, έχοντας ήδη να αντιμετωπίσει ένα υψηλότερο κόστος διαβίωσης λόγω  της νησιωτικότητας.
       Με τα νέα δεδομένα το περιβαλλοντικό κόστος υπάρχει, θα υπολογιστεί και θα προστίθεται στους λογαριασμούς επειδή η οικολογική κατάσταση των παράκτιων υδάτων χαρακτηρίζεται άγνωστη στο διαχειριστικό σχέδιο, με άλλα λόγια επειδή δεν έχουμε αρκετές πληροφορίες για αυτά τα οικοσυστήματα. Το περιβαλλοντικό τέλος δηλαδή δεν αντιπροσωπεύει ένα περιβαλλοντικό κόστος, ένα καταγγραμένο περιβαλλοντικό αποτύπωμα αλλά την πιθανότητα να υπάρχει.  Έτσι  οι ήδη σε μειονεκτική θέση λόγω ελλειμματικών συνθηκών όσον αφορά το  φυσικό πόρο νερό νησιώτες, θα τιμωρούνται ( με νέο γενναίο χαράτσωμα) χωρίς καν ευκρινή λόγο.
               Το ίδιο ισχύει για τον αγρότη είτε υπάρχει πάροχος αρδευτικού νερού , είτε χρησιμοποιεί λόγω έλλειψης συλλογικού δικτύου, κατά κανόνα δηλαδή στο Ν. Αιγαίο, ιδιωτική γεώτρηση (που επωμιζόμενος το σχετικό κόστος έχει νομίμως διανοίξει, λειτουργεί και ρευματοδοτεί).      
        Έτσι ο παραγωγός που ασκεί αγροτική δραστηριότητα σε μειονεκτικές συνθήκες, όταν ένας από τους συντελεστές παραγωγής είναι ανεπαρκής – βλέπε υπόγεια ύδατα που η χημική τους κατάσταση είναι επηρεασμένη από αυτή τη δραστηριότητα, π.χ. υψηλή αγωγιμότητα, νιτρορύπανση- θα κληθεί να πληρώνει περιβαλλοντικά τέλη, οξύνοντας τη δυσμενή ήδη και άνιση θέση από την οποία δραστηριοποιείται έναντι των υπολοίπων, με τελικό αποτέλεσμα άλλο ένα πλήγμα στην αγροτική παραγωγή και τελικά τον εξαναγκασμό του αγροτικού κόσμου να εγκαταλείψει την  παραγωγική δραστηριότητα και να στραφεί   σε άλλους τομείς.
         Μα καλά θα πει κανείς, αυτά τα τέλη είναι σχεδιασμένα να λειτουργήσουν απόλυτα ανταποδοτικά για τους χρήστες νερού, αφού μέσω του Πράσινου Ταμείου στο οποίο  πηγαίνουν, θα χρηματοδοτούν δράσεις βελτίωσης, αποκατάστασης και υποδομών σχετικών με προβλήματα υδατικών πόρων. 
     Η απάντηση είναι απλή και ξεκάθαρη: πρώτον όλοι υπερφορολογούμαστε σήμερα, πληρώνουμε μέσω άμεσων και έμμεσων φόρων ήδη πάρα πολλά. Το ότι η φορολογία επιβάλεται για να χρηματοδοτεί (με εργαλείο το χρέος) το τραπεζικό και όχι μόνο κεφάλαιο με τον ιδρώτα του κόσμου της δουλειάς, και όχι για κοινωνικές υποδομές είναι αποτέλεσμα της νεοφιλελεύθερης πολιτικής που ακολουθείται. 
         Δεύτερον: το Πράσινο ταμείο είναι κι αυτό μια αμαρτωλή σκανδαλώδης ιστορία αδιαφάνειας σχετικά με το που έχουν κατευθυνθεί οι πόροι του, τι έργα έχει χρηματοδοτήσει από την ίδρυση του μέχρι τώρα και ακόμη πιο σκανδαλωδώς στα μνημονιακά χρόνια που ζούμε. Για του λόγου το αληθές ο καθένας μπορεί να βρεί τα σχετικά οικονομικά στοιχεία από την επιτροπή παρακολούθησης και ελέγχου του κυβερνητικού έργου της Βουλής.  Όπως και άλλοι πόροι των εργαζόμενων, βλέπε ειδικές εισφορές αλληλεγγύης, κατευθύνονται στο άπατο πηγάδι του δήθεν δημόσιου χρέους.
               Ακόμα και στην περίπτωση που όπως περιγράφεται στην ΚΥΑ, από το πράσινο ταμείο θα χρηματοδοτούνται τα προβλεπόμενα συμπληρωματικά μέτρα των διαχειριστικών, για να γίνει αυτό πρέπει να προηγηθούν πλήθος μελετών που θα τα συγκεκριμενοποιούν σαν έργα, άλλες που θα τα κοστολογούν, και μετά εργολαβίες εκτέλεσης τους. Ο ρυθμός εξέλιξης αυτών των διαδικασιών αφορά δεκαετίες  μπροστά. Είναι χαρακτηριστικό ότι ενώ βρισκόμαστε στην πρώτη αναθεώρηση των διαχειριστικών ούτε τα βασικά μέτρα δεν έχουν προχωρήσει. Με άλλα λόγια τα παιδιά των σημερινών αγροτών είναι θέμα αν θα δούν κάποιο μέτρο να εφαρμόζεται. Πολύ πριν όμως θα έχουν εγκαταλέίψει την αγροτική παραγωγή. 
            Μη βιάζεται κανείς να πει ότι μέχρι να οργανωθεί το νέο σύστημα υπάρχει χρόνος. Η ΚΥΑ προβλέπει ότι η κοστολόγηση από τους παρόχους  πρέπει να έχει γίνει μέχρι το τέλος του 2017, ενώ η επιβολή των περιβαλλοντικών τελών αμέσως μετά την πρώτη αναθεώρηση των διαχειριστικών σχεδίων, δηλαδή η εφαρμογή του νέου πλαισίου ξεκινά υποχρεωτικά το 2018.
        Δεν υπάρχει χρόνος λοιπόν, στο χέρι μας είναι να μην αφήσουμε να πραγματοποιηθούν αυτά τα σχέδια, αν κινητοποιηθούμε.


  Της 'Εμμυς Μπαξοπούλου Γεωπόνος-  Επιστήμης Τροφίμων